Οι ελληνικές τράπεζες ανέφεραν, πέρυσι, σημαντική αύξηση των καθαρών εσόδων τους από τόκους, προμήθειες και χρεώσεις, που ανήλθαν σε περισσότερα από 10 δισεκατομμύρια ευρώ1. Η αύξηση αυτή έχει εγείρει σοβαρές ανησυχίες ως προς την οικονομική επιβάρυνση των πολιτών εν μέσω ευρύτερων οικονομικών προκλήσεων.
Ενδεικτικώς, χρεώσεις σε πληρωμές προστίμων προς το Δημόσιο, λογαριασμών κοινής ωφελείας, αναλήψεις από ΑΤΜ άλλων τραπεζών, μεταφορές χρημάτων, επανέκδοση PIN/κάρτας, ετήσια συνδρομή χρεωστικών καρτών, αδρανείς λογαριασμούς, εμβάσματα χωρών SEPA, απλές συναλλαγές στο ταμείο· τέτοιες πρακτικές ενίσχυσαν σημαντικά την κερδοφορία του τραπεζικού τομέα εις βάρος καταναλωτών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων που ήδη αντιμετωπίζουν αυξημένο κόστος δανεισμού και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Τα αντίστοιχα καθαρά έσοδα σε αρκετές χώρες της Ε.Έ. ήταν σημαντικά -κατά πολύ, όμως, χαμηλότερα- και εγείρουν ερωτήματα σχετικά με τη δικαιοσύνη αυτών των πρακτικών, ιδίως μέσα από το πρίσμα των συνεχιζόμενων πληθωριστικών πιέσεων και της οικονομικής αστάθειας.
Βάσει των ανωτέρω, ερωτάται η Επιτροπή:
- Γνωρίζει τη σημαντική αύξηση των τραπεζικών εσόδων από τόκους, προμήθειες και χρεώσεις, ιδίως στην Ελλάδα αλλά και σε επίπεδο ΕΕ;
- Τις ελληνικές χρεώσεις, ει μη συμβατές με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, θα τις εναρμονίσει ή περιορίσει πανευρωπαϊκά;
- Ποια ακριβώς μέτρα προτίθεται να λάβει για την αντιμετώπιση αυτής της σοβαρής και ανησυχητικής εξέλιξης και τη διασφάλιση, αφενός, δικαιότερης μεταχείρισης των Ελλήνων καταναλωτών, αφετέρου, της παύσης της αναίσχυντης εκμετάλλευσης όλων;
1 https://www.datajournalists.co.uk/2024/10/03/na-poioi-thisayrizoyn-parti-10-dis-eyro-mesa-se-1-etos-gia-tis-trapezes/.